Φωτ.: AT/Κωνσταντίνος Δρακάτος

Μεσημεράκι Παρασκευής με αρκετή ζέστη, δώσαμε ραντεβού για έναν καφέ πίσω από το Χίλτον. Ενώ περίμενα ότι θα βγει από κάποιο ταξί εμφανίστηκε περπατώντας στην Χ. Μέξη και αμέσως μου μετέδωσε την άνεση που έχει με τους ανθρώπους. Δεν γνωριζόμασταν πριν. Ανταποκρίθηκε σε ένα μήνυμά μου για συνέντευξη όταν του έγραψα ότι είμαι 20 χρονών και θέλω να του κάνω κάποιες ερωτήσεις με την ελπίδα ότι δεν θα τις βρει τετριμμένες. Παραξενεύτηκε από το ενδιαφέρον μου και δέχθηκε καθώς με την ευκαιρία θα γνώριζε από κοντά έναν νέο της εποχής μας. Η συζήτηση κράτησε σχεδόν 2,5 ώρες. Ούτε κατάλαβα πως πέρασε η ώρα. Το ταλέντο του στο λέγειν ανταγωνίζεται αυτό στο γράφειν. Ένας αφηγητής πληθωρικός, γεμάτος χιούμορ μα πάνω απ’ όλα αυθεντικός και ανθρώπινος. Με μια λέξη cool.

-Όταν σας ρωτάνε με τι ασχολείστε τι απαντάτε; 

Συνήθως με ρωτάνε ταξιτζήδες. Σπανίως απαντάω ότι γράφω βιβλία, ουδέποτε ότι είμαι συγγραφέας, το «είμαι συγγραφέας» ακούγεται -νομίζω- κάπως πομπώδες εάν ο άλλος δεν σε ξέρει. Κατά κανόνα λέω άσχετα επαγγέλματα. Από το πιο απλό που είναι δικηγόρος, γιατί μπορώ να το υποστηρίξω και κάπως ως απόφοιτος της Νομικής. Έχω πει ότι είμαι μηχανικός, κομμωτής, χορδιστής πιάνων μέχρι και ότι έχω μια μονάδα εκτροφής στρουθοκαμήλων. Σε έναν ταξιτζή είχα δηλώσει ορθά κοφτά ότι δεν ασχολούμαι με τίποτα. Πως είμαι πάρα πολύ πλούσιος και δεν έχω καμία ανάγκη να δουλεύω. Νομίζω πως σοκαρίστηκε. Διότι ακόμα και οι άνθρωποι που βρίσκονται σε αυτή τη θέση -εγώ ούτε κατά διάνοια- δεν το λένε έτσι. Υπάρχει κοινωνική αιδώς, κακώς κατά τη γνώμη μου. Εν πάση περιπτώσει, κατέβηκα στη μεθεπόμενη γωνία και δεν μπορέσαμε να παίξουμε το μονόπρακτο «Ο παραλής και ο βιοπαλαιστής»…  

-Τι απαντούσατε όταν σας ρωτούσαν μικρό τι δουλειά θα κάνετε; 

Ω, είχα αλλάξει πολλά! Πολύ μικρός ήθελα να γίνω αστρονόμος. Μου είχε χαρίσει ο παππούς μου κάτι κυάλια και είχα συγκλονιστεί βλέποντας το φεγγάρι να έρχεται πιο κοντά. Όταν, στην τετάρτη δημοτικού, διάβασα τον «Δεκαπεντάχρονο Πλοίαρχο» του Ιουλίου Βερν, ενθουσιάστηκα, τον έκανα είδωλό μου. Ένα γενναίο και ευφυέστατο αγόρι γίνεται ηγέτης! Ήρωας! Λαχταρούσα να γίνω ήρωας. Ήταν και οι καιροί τέτοιοι, τα πρώτα χρόνια της Μεταπολίτευσης, η ιδέα ότι στο χέρι σου, στο χέρι μας είναι να σωθεί ο κόσμος…   

-Τι μαθητής ήσασταν; 

Στο δημοτικό πάρα πολύ καλός. Με ενδιέφεραν όλα τα μαθήματα. Περισσότερο τα θετικά και πιο πολύ ακόμα οι κατασκευές. Το Κολλέγιο Αθηνών ήταν τότε πολύ σκληρό σχολείο. Από την τρίτη δημοτικού έπρεπε να μελετάς δύο ώρες κάθε απόγευμα στο σπίτι σου. Έβαζαν στους ελέγχους οκτάρια και εφτάρια ακόμα… Από το γυμνάσιο πήρα την κάτω βόλτα στα μαθηματικά, στη φυσική. Τη χημεία δεν την κατάλαβα ποτέ. Μετανιώνω. Επικεντρώθηκα στα θεωρητικά. Στην έκθεση ιδεών ιδίως πάντα έσκιζα. Μέχρι τις Πανελλαδικές, όπου πήρα 12 στα 20 και έμεινα έξω από τη Νομική για ένα μόριο. Ξανάδωσα την επόμενη χρονιά και -δόξα τω Θεώ- πέτυχα.     

-Σας ενδιέφερε αυτό που σπουδάσατε; 

Η Νομική; Πάρα πολύ.

-Θυμάστε τίποτα;

Ασφαλώς! Τις βασικές κατευθύνσεις, τον «σκελετό» της νομικής επιστήμης. Τη νομική, για να την καταλάβεις, πρέπει να τη δεις ως κοινωνική μηχανική. Προσεγγίζοντας έννοιες όπως η ενοχή, η σύμβαση, η αδικοπραξία, αντιλαμβάνεσαι τον κόσμο σε άλλες διαστάσεις. Άμα είχα γίνει δικηγόρος, πιστεύω πως θα τα κατάφερνα καλά. Και θα περνούσα και ωραία. Θα μου πείτε «γιατί δεν έγινες τότε;». Έκανα δικηγορική άσκηση το 1993, όταν κυκλοφόρησε το πρώτο μου μυθιστόρημα, το «Σοφό Παιδί». Είχε αμέσως τέτοια απροσδόκητη επιτυχία, ώστε κατάλαβα ότι το πεπρωμένο μου ήταν να γράφω βιβλία. 

Φωτ.: AT/Κωνσταντίνος Δρακάτος

Ένα από τα μεγαλύτερα δυστυχήματα που μπορεί να συμβεί σε κάποιον είναι να μην θέλει πια. Να μην αισθάνεται έντονες επιθυμίες. Άρα στην επιθυμία μας πρέπει να υποκλινόμαστε.

-Γιατί γράφετε;

Διότι δεν μου αρκεί η ζωή που ζω. Νομίζω πως δεν θα μου έφτανε όσο συναρπαστική και αν ήταν. Ο μυθιστοριογράφος ζει πολλές ζωές. Τις ζωές των χαρακτήρων που πλάθει. Η ελπίδα μου κάθε που ξεκινάω ένα μυθιστόρημα είναι -από ένα σημείο και μετά- τα πρόσωπά του να χειραφετηθούν από εμένα. Να κάνουν πράγματα που κι εμένα ακόμα που τούς δημιούργησα στο χαρτί να με εκπλήσσουν.  

-Για ποιο λόγο πιστεύετε οι άνθρωποι διαβάζουν; 

Ο άνθρωπος, από όταν πρωτοεμφανίστηκε στον πλανήτη, έχει απόλυτη ανάγκη την αφήγηση. Οι ιστορίες βάζουν σε τάξη το χάος. Κάνουν τη ζωή να μη μοιάζει τυχαία, «λίθοι, πλίνθοι, κέραμοι ατάκτως ερριμένοι». Η αφήγηση δίνει νόημα, σου μαθαίνει -πιο ουσιαστικά και πιο απολαυστικά από την κάθε διδασκαλία- τι είναι καλό και τι κακό, τι αξίζει και τι όχι, πως πρέπει να πορεύεσαι. Οι άνθρωποι που δεν διαβάζουν καθόλου, αναζητούν την αφήγηση αλλού. Στην τηλεόραση, στα τραγούδια, στις παρόλες των δημαγωγών…    

-Παρότι γράφετε συχνά εξωφρενικά πράγματα εντούτοις το βιβλίο δεν σου επιτρέπει να το αφήσεις από τα χέρια σου. Πώς το καταφέρνετε αυτό;

Εξωφρενικά πράγματα! Είστε είκοσι χρονών, κύριε Δόμαλη. Σε είκοσι χρόνια από σήμερα, τίποτα πλέον δεν θα σας φαίνεται εξωφρενικό. Εγώ -το έχω ξαναπεί- θεωρώ τον εαυτό μου ρεαλιστή, νατουραλιστή σχεδόν, συγγραφέα. Ακόμα και ο πιο καρικατουρίστικος χαρακτήρας των βιβλίων μου είναι μετριοπαθής σε σχέση με τις καρικατούρες που -με σάρκα και οστά- κυκλοφορούν ανάμεσά μας. Τώρα πως καταφέρνω τα βιβλία μου να είναι ελκυστικά; Ίσως διότι κι εγώ ο ίδιος εκπλήσσομαι με ό,τι γράφω. Το να διατηρείς το παρθενικό σου βλέμμα, την ικανότητά σου να εντυπωσιάζεσαι (ακόμα και αν ένα κομμάτι του εαυτού σου πλήττει θανάσιμα), αυτό σε κάνει ενδιαφέροντα συγγραφέα. Και σε προφυλάσσει από το να βαρύνεις με τα χρόνια, να μπεις σε κρίση μέσης ηλικίας και έπειτα σε γεροντική κατάθλιψη…    

-Επιστρέφετε σε κάποια βιβλία; 

Όχι. Τα βιβλία μου δεν τα ξαναδιαβάζω. Έχω μια πολύ θολή εντύπωση για το «Σοφό Παιδί».

-Άλλα βιβλία; 

Τον «Φύλακα στη Σίκαλη» τον έχω διαβάσει τρεις φορές. Τον «Γιούγκερμαν» τέσσερις. Το μυθιστόρημα που έχω διαβάσει περισσότερες φορές απ’ όλα είναι ένα ρώσικο, του Μεσοπολέμου, με τίτλο «Οι 12 Καρέκλες». Των Ιλφ και Πετρόφ. Με διασκεδάζει αφάνταστα. Στα ποιήματα του Καβάφη ανατρέχω κάθε μέρα. Στο κομοδίνο μου έχω πάντα την Ιλιάδα και την Οδύσσεια.  

Ο άνθρωπος έχει απόλυτη ανάγκη την αφήγηση. Οι ιστορίες βάζουν σε τάξη το χάος.
Φωτ.: AT/Κωνσταντίνος Δρακάτος

-Πείτε μου μια αδυναμία σας.

Στο καλάθι δεν χωράω, στο κοφίνι περισσεύω! Έχω αυτό το διαρκές «ανικανοποίητο» που -σύμφωνα με τον Μάνο Χατζιδάκι- χαρακτηρίζει ανέκαθεν τους Έλληνες. Παλινδρομώ ατέρμονα ανάμεσα στην ανάγκη να νιώθω ασφαλής και στη λαχτάρα να ρίχνομαι σε -μικρές έστω- περιπέτειες. Οι δυσκολίες μα και οι έρωτες γιγαντώνονται, λαμβάνουν συχνά στα μάτια μου πελώριες, ανυπέρβλητες διαστάσεις. Παίρνω μετά μια βαθιά ανάσα και τα περίπλοκα προβλήματα ή διλήμματα γίνονται γόρδιοι δεσμοί. Με μια σπαθιά τα καταργείς. Ξανακόβεις την τράπουλα, ξαναμοιράζεις τα χαρτιά…    

-Έχετε αγαπηθεί πάρα πολύ μέσα στα χρόνια. Πώς αισθάνεστε;

Ευλογημένος. Τυχερός. Ευτυχής για αυτό. Σαν να με έχει αγγίξει με το ραβδάκι της η καλή νεράιδα. Δεν θεωρώ τίποτα δεδομένο. Κάθε φορά που μου χαμογελάει η τύχη, της φιλάω με ευγνωμοσύνη τα χέρια. 

-Περπατάτε με αυτοπεποίθηση στο δρόμο δηλαδή;

Δεν ξέρω. Εσύ πως με είδες;

Γέλια

Μια αγωνία μου; Να μην καταντήσω αλαζόνας. Ούτε για μια στιγμή. Τίποτα δεν διαρκεί. Έχω δει πολλούς ανθρώπους να πέφτουν και να συντρίβονται. Ή απλώς να παρακμάζουν και να μαραζώνουν.

Ο κόσμος αλλάζει ραγδαία. Η τεχνολογική επανάσταση βρίσκεται ήδη εντός των πυλών.
Φωτ.: AT/Κωνσταντίνος Δρακάτος

-Για το σημείο που φτάσαμε φταίνε οι πολιτικοί; Πόσο δηλαδή εξαρτάται η μοίρα μας από τους πολιτικούς;

Πολύ. Εμείς όμως τους εκλέγουμε. Κανείς μας δεν ζει σε μια ασφαλή κοινωνική φουσκάλα, τίποτα δεν είναι εξασφαλισμένο. Το διδαχθήκαμε αυτό στο πετσί μας από το 2010 και ύστερα. Ιδίως δε το καλοκαίρι του 2015, που περάσαμε ξυστά από την εκτροπή. Που κινδύνεψε σοβαρότατα όχι μονάχα η θέση της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Ένωση αλλά και η δημοκρατία η ίδια. 

-Δεν μπορώ αλλά και δεν θέλω ούτε να φανταστώ πως ήταν αυτή η περίοδος. 

Φρικτή. Έχουν περάσει κιόλας έξι χρόνια. Συγχωρούμε όσους -από ανοησία, αγραμματοσύνη, έπαρση, μικρομεγαλισμό- έπαιξαν τότε την πατρίδα στα ζάρια. Οφείλουμε να τους συγχωρούμε, να συνυπάρχουμε μαζί τους για το κοινό καλό. Δεν ξεχνάμε ωστόσο. Δεν ξεχνάμε τίποτα. Έχω πάντως την αίσθηση ότι η Ελλάδα κατά την επόμενη δεκαετία θα τα πηγαίνει ολοένα και καλύτερα. Πως έχουμε μπει σε ένα «ενάρετο κύκλο», όπως το λένε οι οικονομολόγοι. Η δική σου γενιά –το πιστεύω- θα ζήσει πολύ καλύτερα.

-Τι σας ενοχλεί στην ελληνική κοινωνία;

Ποτέ δεν μου αρέσει να κουνάω το δάχτυλο. Σε κανέναν. Οι άνθρωποι τόσα μπορούν τόσα κάνουν. Εάν έπρεπε ντε και καλά να αναφέρω κάτι που με ενοχλεί ιδιαιτέρως και διαχρονικά, θα επεσήμαινα την αντίθεση ανάμεσα στη φροντίδα που καταβάλλουν οι Έλληνες για τον ιδιωτικό τους χώρο και τη γαϊδουρινή αδιαφορία τους (ιδίως των μεγαλύτερων ηλικιακά) για τον δημόσιο χώρο και το περιβάλλον. Τα σπίτια τους τα έχουν λαμπίκο. Υστερικά καθαρά. Έξω απ’ την πόρτα τους όλα είναι εν δυνάμει σκουπιδότοποι.  

-Ποιον πολιτικό ξεχωρίσατε περισσότερο;

Ξεχώρισα εκείνους που στην κρίση, αφότου χρεοκόπησε η Ελλάδα το 2010, αντί να βγουν και να πουλήσουν φύκια για μεταξωτές κορδέλες λέγοντας «θα σκίσουμε τα μνημόνια» και «θα σας επαναφέρουμε στην εποχή των παχιών αγελάδων» ή να λουφάξουν σπίτι τους και να παριστάνουν τον Βούδα, μπήκαν μπροστά και προσπάθησαν να σώσουν ό,τι σωζόταν. Όπως ο φίλος μου ο Βαγγέλης Βενιζέλος. Όποιες αντιρρήσεις και αν προβάλει καλόπιστα κανείς, πιστεύω ότι η Ιστορία θα τον κρίνει θετικά για τη στάση του την τελευταία δεκαετία.  

-Παλαιότερο πολιτικό; 

Δεν χωράει αμφιβολία ότι ο σημαντικότερος πολιτικός του 20ου αιώνα, ίσως και των τελευταίων διακοσίων ετών ανεξάρτητου βίου, στάθηκε ο Ελευθέριος Βενιζέλος. Υπάρχουν ωστόσο και πολιτικοί που μπορεί να μην ηγεμόνευσαν, άφησαν όμως πολύ θετικό ίχνος, κατεγράφησαν ως χαμένες ευκαιρίες για τον τόπο. Ο Γεώργιος Καρτάλης, για παράδειγμα, ο οποίος πέθανε δυστυχώς πολύ νέος. Ο Καρτάλης ξεκίνησε φιλομοναρχικός και εξελίχθηκε σε σοσιαλδημοκράτη με εξαιρετική συγκρότηση και φωτισμένο πνεύμα. Τον θαύμαζε ιδιαίτερα και ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης. Ή ο Αλέξανδρος Παπαναστασίου. Αληθινά προοδευτικός, κήρυκας της ανοιχτής κοινωνίας, των ίσων ευκαιριών… 

-Υπάρχει Αριστερά στην Ελλάδα σήμερα;

Υπάρχουν νησίδες σοσιαλδημοκρατίας. Στο ΚΙΝΑΛ, στη Νέα Δημοκρατία, ακόμα και στον ΣΥΡΙΖΑ. Η παραδοσιακή αριστερά -όπως και η παραδοσιακή δεξιά- είναι πλέον εντελώς παρωχημένη. Και εν δυνάμει επικίνδυνη. Δείτε το ΚΚΕ. Πόσο πεισματικά απορρίπτει κάθε μεταρρύθμιση υπέρ των κοινωνικών μειονοτήτων, των ΛΟΑΤΚΙ για παράδειγμα…   

-Έχετε πει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ συνδέθηκε με το λαϊκισμό. Πώς μπορούμε να προστατευτούμε από τον λαϊκισμό;

Η βάση του σημερινού λαϊκισμού είναι η κοινωνική ανασφάλεια. Ο κόσμος αλλάζει ραγδαία. Η τεχνολογική επανάσταση βρίσκεται ήδη εντός των πυλών. Εκατοντάδες εκατομμύρια άνθρωπο τρομοκρατούνται στο ενδεχόμενο να μην μπορούν να ανταποκριθούν στις νέες εργασιακές συνθήκες. Πανικοβάλλονται και εναγκαλίζονται έναν «παλιό», «ξύλινο», ανεδαφικό λόγο που τους χαϊδεύει τα αυτιά. Το είδαμε πεντακάθαρα αυτό και στο Brexit. Εάν οι κοινωνίες δεν προχωρήσουν συντεταγμένες, ενωμένες, εάν αφήσουν πίσω τους βραδυπορούντες, θα έχουμε περαιτέρω έκρηξη του λαϊκισμού. Θα αντιμετωπίσουμε φοβερές καταστάσεις.  

Εκείνο που ονειρευόμουν από έφηβος, σε σημαντικό βαθμό το κατάφερα.
Φωτ.: AT/Κωνσταντίνος Δρακάτος

-Πιστεύετε ότι από τα λάθη μαθαίνουμε;

Όχι. Είμαστε πολύ αμελείς μαθητές. Πρέπει να κάνεις πάρα πολλές φορές το ίδιο λάθος για να αρχίσεις κάτι να διδάσκεσαι. Σπάζοντας τα μούτρα σου στον τοίχο, πιο πιθανό είναι να αποκτήσεις φοβίες παρά να γίνεις σοφότερος. 

-Έχετε βρεθεί ποτέ σε κάποιο δίλημμα;

Θανάσιμο δίλημμα; Ευτυχώς όχι. Έχω πάντως την εντύπωση, το λέω ειλικρινά, πως εάν βρισκόμασταν στα χέρια κάποιων που θα ήθελαν τον έναν από τους δύο μας νεκρό -εμάς τους δύο εννοώ- θα έκανα αυθόρμητα ένα βήμα μπροστά. Όχι επειδή σε συμπάθησα. Αλλά διότι είσαι τόσο νεότερός μου. Εγώ έχω ζήσει πολύ ωραία και πολύ πυκνά. Θα ήταν αφάνταστα μεγαλύτερο κρίμα να πέθαινες εσύ παρά εγώ.  

-Μάλιστα. Ωραίο.

Χάρηκες τώρα;

-Φυσικά!

Γέλια

Το τελευταίο μυθιστόρημα του Χρήστου Χωμενίδη “Ο Βασιλιάς της” (2020) κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πατάκη.

-Έχετε όνειρα απραγματοποίητα;

Ο καθένας έχει όνειρα. Τα οποία ενίοτε ντρέπεται και να πει για να μην ακουστεί γελοίος. Θα ήθελα ας πούμε ένα βιβλίο μου να γίνει σειρά στο Netflix. Αυτό είναι μεγάλο όνειρο;

-Και βέβαια!

Θα ήθελα να ταξιδέψω σε χώρες όπου δεν έχω πάει. 

-Για πείτε μου μια ωραία χώρα στην οποία θέλετε να πάτε.

Ιαπωνία. Θέλω πάρα πολύ να πάω στην Ιαπωνία. Κάθε τόσο σκέφτομαι να στείλω ένα γράμμα στον πρέσβη της Ιαπωνίας και να του πω ότι διατίθεμαι ως Έλληνας συγγραφέας να δώσω διαλέξεις σε Ιαπωνικά πανεπιστήμια, σχολεία, γηροκομεία, οπουδήποτε.  Με την ελπίδα ότι θα χαρεί πάρα πολύ και θα μου πει “ναι σε καλούμε για 15 μέρες με όλα τα έξοδα πληρωμένα!».

-Τι απαντάτε σε σχόλια μίσους;

Με ενοχλούν. Εντάξει τώρα, εκείνους που πληκτρολογούν χολή διότι είναι πολύ μοναχικοί, πολύ απογοητευμένοι από τη ζωή τους και άρα κακεντρεχείς δεν μπορώ να τους θυμώσω. 

-Τα διαβάζετε;

Όταν δεν βαριέμαι… Το «hate speech» αποτελεί ως επί το πλείστον μια απελπισμένη εκτόνωση. Ο απελπισμένος από το να σαλτάρει και να βγει στον δρόμο και να αρχίσει να βαράει όποιον βρει μπροστά του, καλύτερα να ξεσπάει στο διαδίκτυο. Το «hate speech» εύκολα καταλήγει κωμικό. Μία κυρία έγραφε ότι είμαι αντιπαθέστατος, φρικτός τύπος γιατί; Επειδή με είχε δει -λέει- σε μια εκδήλωση και άπλωνα τα πόδια μου! Δεν καθόμουν στην καρέκλα «καθώς πρέπει»!.

Η ζωή είναι μια χαοτική εξίσωση. Γι’ αυτό το λόγο ακριβώς η αφήγηση είναι παρηγορητική. Γιατί στην αφήγηση υπάρχουν κανόνες.

-Νιώθετε επιτυχημένος; 

Εκείνο που ονειρευόμουν από έφηβος, σε σημαντικό βαθμό το κατάφερα. Χωρίς να κάνω δε παραχωρήσεις. 

-Ευτυχισμένος νιώθετε;

Από τη στιγμή που είμαι κατά τεκμήριον υγιής και -το σημαντικότερο- είναι καλά τα πρόσωπα που αγαπάω, εάν δεν είμαι ευτυχισμένος, μόνο τον εαυτό μου μπορώ να κατηγορήσω. Εάν έχεις υγεία, η ευτυχία αποτελεί προσωπική σου ευθύνη.  

-Πίσω από μια επιτυχία τι κρύβεται πιστεύετε;

Επιμονή, υπομονή, ικανότητα. Προσήλωση στον στόχο. Συν τύχη. Το πιστεύω απόλυτα, πρέπει να είσαι και κάπως τυχερός.

-Πιστεύετε ότι έχετε βρει το δρόμο σας;

Μα αν δεν τον είχα βρει στα 54 που είμαι πότε θα τον είχα βρει;

-Τι θα λέγατε στον 20χρονο εαυτό σας;

«Συνέχισε» θα του έλεγα «να αντιμετωπίζεις τη ζωή σαν ένα κήπο με πανέμορφα λουλούδια και πεντανόστιμα φρούτα!». Θα τον καθησύχαζα ότι τελικά δεν θα πεθάνει από το τσιγάρο τουλάχιστον στην ηλικία που πέθανε ο πατέρας του. Δεν θα τον έπρηζα με συμβουλές – εδώ δεν δίνω συμβουλές σε σένα, θα δώσω στον εαυτό μου; Δεν μου αρέσουν ιδιαίτερα οι συμβουλές, συνήθως μοιάζουν ύποπτα με γεροντική γκρίνια. Ή με θρησκευτική κατήχηση. 

“Θέλω άρα υπάρχω”
Φωτ.: AT/Κωνσταντίνος Δρακάτος

-Μετά από ένδεκα μυθιστορήματα που έχετε γράψει τι άλλο να περιμένουμε;

Το νέο μυθιστόρημα θα κυκλοφορήσει τον Οκτώβριο. Θα έχει τίτλο «Ο Τζίμης στην Κυψέλη».

-Ποια είναι η φιλοσοφία σας για τη ζωή;

Θέλω άρα υπάρχω. Ένα από τα μεγαλύτερα δυστυχήματα που μπορεί να συμβεί σε κάποιον είναι να μην θέλει πια. Να μην αισθάνεται έντονες επιθυμίες. Άρα στην επιθυμία μας πρέπει να υποκλινόμαστε. 

Ακόμα και αν μας βγάζει σε λάθος μονοπάτια;

Δεν υπάρχουν λάθος μονοπάτια. Τι είναι το λάθος μονοπάτι, τι μπορείς να πάθεις; Η ζωή είναι μια χαοτική εξίσωση. Γι’ αυτό το λόγο ακριβώς η αφήγηση είναι παρηγορητική. Γιατί στην αφήγηση υπάρχουν κανόνες. 

Σας ευχαριστώ πολύ!

Και εγώ.


ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ