Στην κατεχόμενη Γαλλία μια βίαιη ομάδα αμερικανο-εβραίων που κυνηγά και κατακρεουργεί τους Ναζί συνεργάζεται με μια νεαρή Εβραία ιδιοκτήτρια ενός σινεμά σε μια επικίνδυνη αποστολή ικανή να αλλάξει την εξέλιξη του πολέμου.

Κλασικός Tarantino σε μια βίαιη περιπέτεια με άφθονο διάλογο καλογραμμένων χαρακτήρων και ωμή βία. Βιρτουόζικη σκηνοθεσία, σινεφίλ αναφορές σε ένα διαχρονικής αξίας φιλμ που χάρισε Όσκαρ Β’ Ανδρικού ρόλου στον κορυφαίο Christoph Waltz.

Ο δημιουργός από την εισαγωγική κιόλας δεκαεπτάλεπτη σκηνή ανεξέλεγκτης κουβέντας γεμάτη σασπένς κλείνει το μάτι στην αγαπημένη του ταινία «The Good, The Bad and the Ugly» του 1966 σε σκηνοθεσία Sergio Leone. Η ατμόσφαιρα που χτίζει είναι φοβερή κυριολεκτικά ενώ τα κινηματογραφικά είδη εναλλάσσονται διαρκώς. Άλλωστε πάντοτε ήθελε – όπως έχει δηλώσει – να γυρίσει ένα spaghetti western και επέλεξε να το κάνει με φόντο τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ο τίτλος είναι ανεξήγητος. Ο δημιουργός απέφυγε να δώσει ερμηνεία σαφή – όπως και στο «Reservoir Dogs» – θεωρώντας ότι όταν τα ξέρουμε όλα χάνεται η μαγεία.

Στη Γαλλία όπου δρα η αιμοσταγής ομάδα των αμερικανο-εβραίων υπό την ηγεσία του υπολοχαγού Aldo Raine (Brad Pitt) βρίσκεται και το σινεμά όπου θα χρησιμοποιηθεί για την προβολή μιας Γερμανικής πολεμικής ταινίας. Η ταινία όμως δεν είναι πολεμική. Ο Tarantino όχι μόνο δεν ακολουθεί πιστά τα ιστορικά γεγονότα αλλά τα παραλλάσσει προτιμώντας να εστιάσει περισσότερο στους χαρακτήρες, τον ανθρώπινο ψυχισμό και φυσικά τη βία. Ο τρόπος που την απεικονίζει είναι ψυχρός και συνάμα κωμικός αλλά σε κάθε περίπτωση έντονα καυστικός.

Ως πραγματικός μετρ της ευφυούς φλυαρίας σκηνοθετεί φανταστικούς διαλόγους ενός υποδειγματικού σεναρίου. Ένα σενάριο βέβαια που χρειάστηκε μια δεκαετία για να γραφτεί αλλά γυρίστηκε σε μόλις 8 μήνες όταν ο Tarantino ανακάλυψε τυχαία το μεγάλο ταλέντο του Christoph Waltz (στο ρόλο του Hans Landa, συνταγματάρχη των SS) ο οποίος τιμήθηκε με Όσκαρ για την ερμηνεία του που όμοιά της ή και καλύτερή της ήταν 3 χρόνια αργότερα στο «Django Unchained» που ξαναπήρε το Όσκαρ (πάλι σε σκηνοθεσία Tarantino).

Η φωτογραφία ξεφεύγοντας από το αεικίνητο χολιγουντιανό μοντέλο κινηματογράφησης κινείται σε πιο στέρεο και στατικό πλαίσιο προσιδιάζοντας περισσότερο στην Ευρωπαϊκή παράδοση στην οποία «υπακούει» εδώ ο δημιουργός εφόσον βρίσκεται στην Ευρώπη. Τα υπόλοιπα στοιχεία του παραμένουν απαράλλαχτα: πολλά στοιχεία όπως η αφήγηση σε κεφάλαια, η τεχνοτροπία της πιστής (σε όλες τις ταινίες του μέχρι τότε) μοντέζ του Sally Manke (η οποία απεβίωσε την επόμενη χρονιά από την κυκλοφορία της ταινίας) και το «πινγκ πονγκ» της συζήτησης είναι όπως τα κάνει από την εποχή του «Reservoir Dogs» (1992). Η μελέτη και η λεπτομερής προσοχή στην κουλτούρα (ακόμα και στις μικρές χειρονομίες) φανερώνουν το μεράκι του δημιουργού αλλά και την προσωπική του αγάπη για το σινεμά.


*Διάρκεια: 153’, κυκλοφορία: 2009

Η ταινία διατίθεται στην πλατφόρμα του Netflix.

Πηγή φωτογραφιών: nme.com, www.pinterest.com

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ