Πηγή: Η Μηχανή Του Χρόνου

Πλοκή

Ο Χένρι (Χανκ) Τσινάσκι είναι ένας άγνωστος, στο ευρύ κοινό, ποιητής και συγγραφέας, πρώην υπάλληλος ταχυδρομείου, αλκοολικός και πατέρας μίας 6χρονης κόρης, η οποία μένει με τη μητέρα της και αυτός πληρώνει την διατροφή. Άνθρωπος του περιθωρίου, ζει μόνος του σε ένα φτωχικό σπίτι σε μία κακόφημη περιοχή του Λος Άντζελες και πίνει πολλά απογεύματα με τον σπιτονοικοκύρη του μέχρι να μην θυμούνται τίποτα. Την τετραετή του αποχή από τις σεξουαλικές επαφές διαδέχεται η συνεχής ανέλιξή του στη συγγραφική κοινότητα και η συνακόλουθη δημιουργία ενός προφίλ σταρ της μουσικής, η οποία τον καθιστά περιζήτητο ανάμεσα στα μέλη του γυναικείου φύλου. Ταξιδεύει σε όλη τη χώρα, όπου πανεπιστήμια και κέντρα ψυχαγωγίας τον καλούν να αναγνώσει τα ποιήματά του. Το κοινό άλλοτε τον αποθεώνει και άλλοτε τον αποδοκιμάζει. Σε κάθε περίπτωση μετά το τέλος της εκδήλωσης (αλλά και κατά την διάρκεια) πίνει και ύστερα γλεντάει και ζει αυτό που θεωρεί ότι στερήθηκε τα προηγούμενα χρόνια της ζωής του. Η προσοχή νεότερων κυρίως γυναικών, η οποίες συνήθως μοιράζονται μαζί του πέρα από την ηδονή και τη μποέμικη νοοτροπία του περιθωρίου, τον κολακεύει και τον ωθεί να ζήσει όσες περισσότερες τέτοιες εμπειρίες μπορεί. Πού οδηγεί όμως όλο αυτό;

vice.com

Σκέψεις

Ο Τσαρλς Μπουκόφσκι στο ημι-αυτοβιογραφικό αυτό μυθιστόρημα παρουσιάζει με τη γοητευτική του γραφή, η οποία με το που κλείσεις το βιβλίο αμέσως σε καλεί σαν σειρήνα να το ξανανοίξεις, έναν ταπεινό, πληγωμένο μεσήλικα συγγραφέα, ο οποίος έχοντας στερηθεί την αγάπη (όπως μπορεί να διαβάσει κανείς) έχει την ανάγκη να πάρει το αίμα του πίσω. Δεν είναι τυχαία η εμμονή του με τις νέες γυναίκες, όπως δεν είναι και η δική τους με αυτόν, καθώς τον βομβαρδίζουν με γράμματα, ώστε να τα πουν από κοντά. Οι “σόκινγκ”, όπως λένε εις την Αγγλετέρα, περιγραφές των σεξουαλικών εμπειριών του, καθώς και το γεγονός ότι πολλές από τις γυναίκες που συναναστράφηκε εμφανίζονται στα ποιήματά του, φανερώνει ότι μόνο αμιγώς σαρκικά δεν ζει τις καταστάσεις αυτές ο πρωταγωνιστής. Αντίθετα, τις βιώνει με όλο του το “είναι” και λαμβάνει όλα τα ερεθίσματα που ο χαρακτήρας και η μορφή μιας γυναίκας του μεταδίδουν και τα μετουσιώνει αναλόγως σε σκέψεις, πράξεις και καλλιτεχνική δημιουργία.

Επίσης, το στοιχείο το οποίο αξίζει να σημειωθεί, είναι η δυσκολία του Χένρι Τσινάσκι να αγαπηθεί από μία γυναίκα χωρίς αυτοκαταστροφικές τάσεις όπως εκείνος. Εύκολα διακρίνει ο αναγνώστης την τάση του πρωταγωνιστή να παραμένει σε σχέσεις κακοποιητικές, με ανθρώπους που τον πληγώνουν. Επίσης, εύκολα διακρίνει κανείς το πόσο δυσκολεύεται να διατηρήσει μία σχέση με ανθρώπους που τον φροντίζουν και φαίνεται να νοιάζονται πραγματικά για εκείνον. Θα καταφέρει να ξεπεράσει αυτή του την τάση άραγε;

Τέλος, σας παρουσιάζουμε κάποια αποσπάσματα που αξίζει να διαβάσει κανείς από το διαχρονικό έργο του Τσαρλς Μπουκόφσκι:

  • Οι ανθρώπινες σχέσεις είναι παράξενες. Θέλω να πω, για λίγο καιρό ζεις με μία γκόμενα, τρως μαζί της, κοιμάσαι μαζί της, βγαίνεις μαζί της, της μιλάς, την αγαπάς και μετά όλα τελειώνουν. Για ένα διάστημα μένεις μόνος σου, κι ύστερα εμφανίζεται άλλη γυναίκα και κάνεις έρωτα μαζί της, κι όλα μοιάζουν φυσιολογικά, ήρεμα σα να την περίμενες όλη σου τη ζωή και σαν να σε περίμενε κι εκείνη. Ποτέ δεν αισθάνθηκα σωστά ζώντας ολομόναχος· μερικές φορές ήταν όμορφα μα ποτέ δεν ήταν σωστά.
  • Όσο περνούσε η ώρα, τόσο πιο μαύρα μου φαινόντουσαν τα πράγματα. Ίσως επειδή είχα μείνει εκεί το βράδυ αντί να σηκωθώ να πάω σπίτι μου. Σαν να ήθελα να παρατείνω την αγωνία μου. Μα τι σόι σκατά ήμουν επιτέλους; Τι βρώμικα παιχνίδια έπαιζα; Ποιο ήταν το κίνητρό μου; Προσπαθούσα, μήπως να ανταποδώσω κάποιο κακό που μου έκαναν; Μπορούσα να λέω συνέχεια στον εαυτό μου ότι ήταν απλά θέμα έρευνας, ανάλυσης του γυναικείου ψυχισμού; Άφηνα να μου συμβαίνουν διάφορα πράγματα χωρίς να σκέφτομαι. Δεν λογάριαζα κανέναν πέρα από τη δική μου εγωϊστική, φτηνή διασκέδαση. Σαν να ήμουν ένα κακομαθημένο σχολιαρόπαιδο. Ήμουν χειρότερος από πουτάνα, γιατί η πουτάνα το μόνο που μπορούσε να σου πάρει ήταν τα λεφτά σου. Εγώ τσαλαβουτούσα στις ζωές και στις ψυχές των ανθρώπων, σαν να’ ταν τα παιχνιδάκια μου, τα ηλεκτρικά μου τρενάκια. Πώς μπορούσα να λέω ότι είμαι άντρας; Πώς μπορούσα να γράφω ποιήματα; Από τι υλικό ήμουν φτιαγμένος; Ένιωθα σαν ένας μικρός Σαντ χωρίς όμως δική μου ιδιοφυΐα. Ένας δολοφόνος ήταν πιο έντιμος και πιο ντόμπρος από μένα. Ή ένας βιαστής. Εγώ, δεν ήθελα να παίζουν οι άλλοι με την ψυχή μου να μου την κατουράνε, να την κοροϊδεύουνε. Όπως και να’ χε το πράγμα μία τουλάχιστον διαπίστωση είχα κάνει: Δεν ήμουν εντάξει. Δεν ήμουν καλός. Και το χειρότερο ήταν πως περνούσα ακριβώς για το αντίθετο. Μπορούσα να επεμβαίνω στις ζωές των ανθρώπων γιατί με εμπιστεύονταν. Έκανα τις βρωμιές μου με τον πιο ύπουλο τρόπο. Έγραφα την Ερωτική Ιστορία μιας Ύαινας.
  • Εκείνο το βράδυ ήπιε μόνη της το μισό μπουκάλι κόκκινο καλό κρασί και ήταν λιγομίλητη και λυπημένη. Ήξερα πως με ταύτιζε με τους παίκτες του ιπποδρόμου, με τους θεατές του κατς -κι είχε δίκιο, ήμουν ένας από αυτούς, ήμουν μαζί τους. Η Κάθρην καταλάβαινε πως κάτι δεν πήγαινε καλά με μένα. Με τραβούσαν όλα τα λάθος πράγματα: έπινα, ήμουν τεμπέλης, δεν πίστευα στο Θεό, στην πολιτική, στις ιδέες, στις ιδεολογίες. Είχα βουλιάξει στον βάλτο του τίποτα· είχα αποδεχτεί την κατάστασή μου της μη ύπαρξης. Δεν ήμουν ενδιαφέρων άνθρωπος και ούτε ήθελα να γίνω· κάτι τέτοιο μου φαινόταν πολύ δύσκολο. Εκείνο που αποζητούσα ήταν ένας απαλός, θολός χώρος για να ζω μέσα του και να μ’ αφήνουν στην ησυχία μου. Από την άλλη πλευρά, όταν μεθούσα, ούρλιαζα, λύσσαγα, γινόμουν άγριο θηρίο. Οι δύο παράλληλες συμπεριφορές δεν ταίριαζαν καθόλου μεταξύ τους. Δε μ’ ένοιαζε.

“Γυναίκες”, Τσαρλς Μπουκόφσκι, Εκδόσεις Μεταίχμιο, 2014.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ