Έναν μήνα νωρίτερα αποχαιρετίσαμε τον φετινό Αύγουστο, ο οποίος εκτός από ξέγνοιαστες καλοκαιρινές αναμνήσεις, θα θυμίζει για πάντα την στάχτη που απέμεινε από τους ανθρώπους, τα ζώα, τα δάση, τα σπίτια, που κάηκαν. Κι ακόμα, τα όνειρα που χάθηκαν και όλους όσους μέσα σε μια στιγμή έγιναν πρόσφυγες στον ίδιο τον τόπο τους. Το ερωτηματικό έρχεται στον νου αυτονόητα: γιατί;

Η απάντηση εδώ –αν υπάρχει βέβαια απάντηση– μας πηγαίνει πίσω στον χρόνο, στην μεταπολεμική Ελλάδα. Στην εποχή, δηλαδή, που οι διάφορες συνθήκες έφεραν χιλιάδες πολίτες από την ύπαιθρο στην ευρύτερη περιοχή της Αθήνας. Μεγάλες εκτάσεις της υπαίθρου εγκαταλείφθηκαν τότε, αφού δεν υπήρχαν πια εργατικά χέρια να τις αξιοποιήσουν. Την ίδια περίοδο, οι παραθαλάσσιες, κυρίως, περιοχές, θυσίασαν τον φυσικό τους πλούτο στον βωμό της τουριστικής ανάπτυξης, και η μία μετά την άλλη αντικατέστησαν τα δάση τους με τσιμέντο και σκυρόδεμα. Κάπως έτσι, η εγκαταλελειμμένη και λεηλατημένη γη απέμεινε χωρίς αντοχές, χωρίς δυνατότητες να εξυπηρετήσει τις ζωτικές ανάγκες ενός ολόκληρου κράτους.

Αργότερα, στα πολυαγαπημένα 90s, η τότε ελληνική κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ πούλησε τμήματα διαφόρων δημοσίων υπηρεσιών, όπως οι τηλεπικοινωνίες, η ηλεκτρική ενέργεια και το φυσικό αέριο, σε μια προσπάθεια να εξασφαλίσει άμεσες πηγές εσόδων. Οπότε, οι ευθύνες που πρωτύτερα βάραιναν το κράτος πέρασαν σε ιδιωτικά συμφέροντα, των οποίων η μέγιστη προτεραιότητα ήταν η αύξηση των κερδών, πάση θυσία. Τα πρωτόκολλα περί προστασίας του περιβάλλοντος, που άλλωστε δεν είχαν και την σημερινή μορφή, υπήρξαν μεταξύ των πρώτων που παραγκωνίστηκαν στην προσπάθεια επίτευξης αυτού του στόχου.

Την ίδια στιγμή, το ελληνικό Πυροσβεστικό Σώμα, υπό την αιγίδα του κράτους, υπέφερε από έλλειψη πόρων. Η κυβέρνηση συγκρότησε μια πυροσβεστική δύναμη μόλις 4500 πυροσβεστών, η οποία ενισχυόταν από το νεοσύστατο σώμα εθελοντών και από εποχιακές προσλήψεις για τους δύσκολους καλοκαιρινούς μήνες. Συγχρόνως, αμέλησε να επενδύσει σε μακροπρόθεσμη φροντίδα των δασών, κάτι που θα μπορούσε μελλοντικά να προλάβει ίσως την εκδήλωση πυρκαγιών. Το τελειωτικό χτύπημα δόθηκε το 1998, όταν το έργο της δασοπυρόσβεσης πέρασε από την Ελληνική Δασοφυλακή στα χέρια του Πυροσβεστικού Σώματος. Έκτοτε, οι προσπάθειες καταστολής πυρκαγιών μπλέχτηκαν στον λαβύρινθο της γραφειοκρατίας.

Μια δεκαετία μετά, η οικονομική συντριβή του 2008 και τα αναγκαστικά μέτρα λιτότητας που ακολούθησαν δεν θα μπορούσαν παρά να δυσχεράνουν την κατάσταση. Ο προϋπολογισμός που αφορούσε την πυροσβεστική υπηρεσία μειώθηκε κατά 100 εκατομμύρια ευρώ, λόγω των αυστηρών δημοσιονομικών απαιτήσεων.

Κάπως έτσι φτάνουμε στο σήμερα. Μια εποχή όπου η κυβέρνηση έχει (περιορισμένη, βέβαια) πρόσβαση σε πόρους, τους οποίους επιλέγει να αξιοποιεί με μια συγκεκριμένη σειρά προτεραιότητας. Στην κορυφή των προτεραιοτήτων αυτών βρίσκεται η υπεράσπιση των πολιτών από την υποτιθέμενη απειλή της γειτονικής Τουρκίας (η οποία επίσης υπέφερε, ειδικά φέτος, από εκτεταμένες δασικές πυρκαγιές). Τον περασμένο χρόνο, για παράδειγμα, περισσότερα από 20 δισεκατομμύρια ευρώ ξοδεύτηκαν κι από τις δύο χώρες, κατά κύριο λόγο για να εξοπλιστούν η μια έναντι της άλλης. Το 2019, δε, το 2.28% του ελληνικού ΑΕΠ επενδύθηκε στην εθνική άμυνα. Αν μόλις το ένα δέκατο αυτού το ποσού αφιερωνόταν στην προστασία του περιβάλλοντος, η επίμαχη θερινή σεζόν θα βρισκόταν αντιμέτωπη με 45.000 επιπλέον πυροσβέστες, αριθμό αρκετά ικανοποιητικό για να κάνει την διαφορά.

Μετά από αυτή την ιστορική αναδρομή, μπορούμε πλέον να ξανακοιτάξουμε τον φετινό Αύγουστο. Τις ημέρες που κόστισαν την ζωή σε 3 ανθρώπους, πάμπολλα ζώα, περισσότερα από 100.000 εκτάρια καμένης γης κι εκκενωμένα χωριά. Τις εβδομάδες που οι κάτοικοι, παρακολουθώντας τους κόπους τους να γίνονται στάχτη, μιλούσαν για την παντελή εγκατάλειψή τους από την κυβέρνηση. Την ίδια στιγμή μάλιστα, που η εν λόγω κυβέρνηση ανακοίνωνε με ευχαρίστηση πως το σύστημα εκκένωσης οικισμών δούλεψε άψογα και πως κανείς δεν έχασε τη ζωή του. Οι ευθύνες αποδόθηκαν βιαστικά στην κλιματική αλλαγή, αυτή τη μάστιγα, η οποία, ευτυχώς, μπόρεσε έστω και για λίγο να συγκαλύψει τα κενά της κρατικής πρόνοιας.

Σε αυτό το σημείο θα ήθελα να τονίσω πως δεν εννοώ, σε καμία περίπτωση, ότι δεν υπάρχει κλιματική αλλαγή, ή πως δεν ευθύνεται για τις πυρκαγιές. Η περιβαλλοντική κρίση είναι γεγονός, εφόσον αέρια του θερμοκηπίου συνεχίζουν να επιβαρύνουν την ατμόσφαιρα, είτε προέρχονται από εξατμίσεις βενζινοκίνητων οχημάτων, είτε από καμινάδες εργοστασίων, είτε από οπουδήποτε αλλού. Αν και δεν γίνεται να αποδώσουμε σε εκείνη τις ακραίες θερμοκρασίες, τουλάχιστον όχι με σιγουριά, μπορούμε να τη συνδέσουμε με την εξάπλωση των φλογών. Ακόμα κι έτσι όμως, η κλιματική αλλαγή δεν αποτελεί μια παθολογική κατάσταση η οποία επιβλήθηκε στον πλανήτη ύστερα από ένα ατυχές χτύπημα της μοίρας. Είναι ένα πρόβλημα που δημιουργήθηκε από τους ανθρώπους –τους απλούς πολίτες και τους πολιτικούς– και μπορεί, ακόμα, να ανατραπεί από τους ίδιους. Η μεμψιμοιρική αποδοχή του δηλώνει μόνο ανευθυνότητα, ανικανότητα και αδιαφορία για την ανθρώπινη ζωή.

Προφανώς, οι Έλληνες πολιτικοί δεν είναι οι μόνοι αρμόδιοι να απαντήσουν στην κλιματική κρίση. Ωστόσο, ένα κράτος που θέτει στο στόχαστρο την γειτονική του χώρα αντί για τα μείζονα περιβαλλοντικά προβλήματα του πλανήτη, δεν μπορεί να ονομάζεται προοδευτικό. Η πορεία που ακολουθεί γίνεται ήδη φανερή‧ πρόκειται για τον δρόμο της καμένης γης, της στάχτης, των εκκενωμένων χωριών, του ανθρώπινου πόνου‧ πρόκειται για τον δρόμο του βέβαιου χαμού.


Ενδεικτικές πηγές:

1 ΣΧΟΛΙΟ

  1. Πολύ ωραίο άρθρο και σημαντική η ιστορική αναδρομή! Πράγματι υπήρξαν πολλοί εσφαλμένοι χειρισμοί. Το κράτος δείχνει να έχει ως προτεραιότητα την πιθανότητα πολέμου με τη γειτονική χώρα και όχι το ανοιχτό μέτωπο της περιβαλλοντικής καταστροφής που ολοένα «κερδίζει» έδαφος. Ελπίζουμε και υποστηρίζουμε έμπρακτα με κάθε δυνατό τρόπο το κράτος μελλοντικά να σταθεί σύμμαχος στη φύση και να φανεί άξιος αντίπαλος του μεγαλύτερου κίνδυνου που δεν είναι άλλος από την κατάρρευση των οικοσυστημάτων!

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ