Την πρώτη μέρα του Απριλίου η ελληνική σημαία στην Ακρόπολη κυμάτιζε μεσίστια. Ήταν η ύστατη απόδοση τιμής στον Μανώλη Γλέζο, ο οποίος στον ίδιο χώρο, πριν από ογδόντα σχεδόν χρόνια, κατέβαζε με τη βοήθεια του Λάκη Σάντα μια άλλη σημαία, τη ναζιστική σβάστικα. Αυτή ήταν η μεγαλύτερη ίσως πράξη ηρωισμού ενός πραγματικά μεγάλου Έλληνα, ο οποίος πριν λίγο καιρό έφυγε από τη ζωή. Πάντα όμως θα μνημονεύεται στα βιβλία ιστορίας ως παράδειγμα ηρωισμού, κερδίζοντας έτσι την αθανασία. Και ενώ οι εκδηλώσεις πένθους και απόδοσης τιμών σταμάτησαν, τα αφιερώματα χάθηκαν από τα πρωτοσέλιδα και η είδηση έφυγε από την επικαιρότητα, μια σκέψη παραμένει. Πόσοι μεγάλοι Έλληνες μας μένουν;

Σίγουρα το να προβούμε στο αφοριστικό συμπέρασμα ότι δεν υπάρχουν πια Έλληνες μεγάλου βεληνεκούς, ούτε ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα, ούτε ωφελεί. Υπάρχουν Έλληνες και Ελληνίδες εντός κι εκτός των συνόρων που διαπρέπουν στην επιστήμη, τις τέχνες, τον αθλητισμό και την επιχειρηματικότητα. Ο Κωνσταντίνος Δασκαλάκης, ο Δημήτρης Νανόπουλος, ο Γιώργος Λάνθιμος, ο Βαγγέλης Παπαθανασίου, η Κατερίνα Στεφανίδη και ο Γιάννης Αντετοκούνμπο είναι παραδείγματα προσωπικοτήτων με παγκόσμια ακτινοβολία στον τομέα τους και μεγάλη αναγνώριση από την ελληνική κοινωνία. Άλλωστε δεν θα μπορούσε κανείς να πει ότι δεν ζουν πια ανάμεσα μας μεγάλες προσωπικότητες, όταν υπάρχουν μορφές όπως ο Μίκης Θεοδωράκης ή η Ελένη Αρβελέρ. Πλάι σε αυτούς, χιλιάδες άλλοι, λιγότερο ή περισσότερο γνωστοί, αριστεύουν σε ό,τι καταπιάνονται.

Θα ήταν εκτός πραγματικότητας, λοιπόν, να ισχυριστεί κάποιος ότι δεν υπάρχουν πια μεγάλοι Έλληνες και Ελληνίδες, με την έννοια των ανθρώπων που αριστεύουν στους τομείς τους. Φυσικά και υπάρχουν! Κάποιοι από αυτούς προβάλλονται περισσότερο, ενώ άλλοι προσφέρουν στο αντικείμενο τους μένοντας μακριά από αυτό που αποκαλείται φως της δημοσιότητας. Μια πρώτη λοιπόν ανάγνωση θα μας οδηγούσε στο συμπέρασμα ότι υπάρχουν φυσικά πολλοί Έλληνες που στο αντικείμενό τους βρίσκονται στην παγκόσμια κορυφογραμμή, ωστόσο μάλλον η πλειοψηφία του ελληνικού λαού δεν τους γνωρίζει. Δεν είμαι βέβαιος αν αυτό το συμπέρασμα είναι παρηγορητικό. Γιατί δεν ξέρω τι από τα δύο είναι πιο ανησυχητικό: να μην υπάρχουν μεταξύ μας Έλληνες που θα μνημονεύονται και μετά από αιώνες, ή να υπάρχουν και η ελληνική κοινωνία να τους έχει γυρίσει την πλάτη, αγνοώντας ακόμα και την ύπαρξη τους.

Όταν όμως αναφερόμαστε σε μεγάλους Έλληνες, θα πρέπει να εστιάζουμε σε μορφές του Ελληνισμού που στη συλλογική μνήμη έχουν αποτυπωθεί και αποτυπώνονται ως «ιερά τέρατα». Ο Μανώλης Γλέζος σε αυτή την κατηγορία κατατάσσεται. Και ο προηγούμενος αιώνας ήταν μια περίοδος γεμάτη παραδείγματα προσωπικοτήτων που ξεκινώντας από την Ελλάδα έφτασαν να έχουν διεθνή αναγνώριση και κύρος. Ο Κωνσταντίνος Καβάφης, ο Οδυσσέας Ελύτης, ο Γιάννης Ρίτσος, ο Γιώργος Σεφέρης στην ποίηση και ο Νίκος Καζαντζάκης, με τον μοναδικό τρόπο γραφής του ξεπέρασαν την αναγνώριση του εγχώριου κοινού και μεταφράστηκαν σε πολλές γλώσσες, έχοντας σημαντικές διακρίσεις. Είναι Έλληνες που με το έργο τους ακόμα και τώρα μας συγκινούν και κερδίζουν τον θαυμασμό μας. Ο Μάνος Χατζιδάκις με την κομψότητα και τη μουσική του δεξιοτεχνία, ο Μάνος Κατράκης με την αξεπέραστη δραματικότητα του, ο Γεώργιος Παπανικολάου που με το τεστ Παπ για τη διάγνωση του καρκίνου στον τράχηλο της μήτρας έσωσε και σώζει τη ζωή εκατομμυρίων γυναικών, η Μελίνα Μερκούρη με τους αγώνες που έδωσε ως άνθρωπος των τεχνών και ως πολιτικός, ο Αριστοτέλης Ωνάσης που ξεκινώντας από χαμηλά έφτασε να θεωρείται ο πιο επιτυχημένος επιχειρηματίας του κόσμου, η Μαρία Κάλλας, η γνωστότερη ντίβα της όπερας, και πολλοί άλλοι, έχουν ήδη κερδίσει μια θέση στο «πάνθεον» του σύγχρονου Ελληνισμού. Ήταν ένας αιώνας γεμάτος από γοητευτικές προσωπικότητες, από ανθρώπους που ενέπνευσαν και συνεχίζουν να εμπνέουν.

Όλοι αυτοί, όχι μόνο κατόρθωσαν να ξεπεράσουν τα σύνορα της Ελλάδας και να απολαύσουν διεθνή αναγνώριση (συχνά μάλιστα αυτή ήταν μεγαλύτερη της εγχώριας για πολιτικούς ή άλλους λόγους), αλλά προσέφεραν και στην ανθρωπότητα έργο διαχρονικά αξιομνημόνευτο. Εστιάζοντας σε αυτούς που μεγαλούργησαν στις τέχνες και τον πολιτισμό, η ελληνική κοινωνία στις περισσότερες περιπτώσεις αναγνώρισε την αξία τους αμέσως ή σχεδόν αμέσως. Κι εδώ προκύπτει το κρίσιμο ερώτημα:  ήταν πράγματι πνευματικά μεγέθη ασύγκριτα με τα σημερινά, ή έζησαν σε μια κοινωνία που ήταν σε θέση να τους αναδείξει και να τους αναγνωρίσει;

Μάλλον και τα δύο, γιατί μάλλον στην ουσία δεν πρόκειται για δύο διαφορετικές ερμηνείες. Ίσως οι ανθρώποι αυτοί, οι «μεγάλοι» του προηγούμενου αιώνα, είχαν την τύχη να γεννηθούν σε μια κοινωνία που μπορούσε με τα κατάλληλα πνευματικά ερεθίσματα, τις κατάλληλες συνθήκες να τους στρέψει προς τον πολιτισμό και αργότερα να αναγνωρίσει την αξία τους. Θα έλεγε κανείς ότι οι δύσκολες στιγμές του ελληνισμού πυροδότησαν μια πρωτοφανή πνευματική έκρηξη, την οποία η ελληνική κοινωνία είχε ανάγκη για να αναγεννηθεί και να αυτοπροσδιοριστεί εκ νέου. Η γενιά του ’30 αποτελεί το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα. Μετά από την εθνική τραγωδία της Μικρασιατικής Καταστροφής, ένας κύκλος νέων ανθρώπων του πολιτισμού ξεπήδησε από την πληγωμένη χώρα. Ήταν η γενιά που άλλαξε την πορεία της πνευματικής ζωής της Ελλάδας, ορίζοντας με τον δικό της τρόπο την ελληνικότητα και χαρίζοντας μας δύο Νόμπελ λογοτεχνίας (Σεφέρης, Ελύτης).

Με μια πρώτη ματιά, θα έλεγε κανείς ότι και σε αυτή την ιστορική φάση η Ελλάδα εξέρχεται ή προσπαθεί να εξέλθει από μία σοβαρότατη κρίση. Μετά από δεκαετίες πλαστής ευμάρειας, εφησυχασμού, καταναλωτισμού, αξιακής και υπαρξιακής κρίσης της κοινωνίας, φαίνεται ότι ένα ισχυρό σοκ, η οικονομική (και όχι μόνο) κρίση ήρθε να αλλάξει ξανά τις ισορροπίες. Πρόκειται, κατά τη γνώμη μου, για μια ιστορική ευκαιρία. Η ελληνική κοινωνία έχασε στο προηγούμενο διάστημα τις αρχές και τις αξίες της, χάνοντας την ίδια στιγμή και τους ταγούς της, αυτούς που τις εξέφραζαν. Αυτό που τώρα πρέπει να γίνει είναι να αναζητήσουμε ξανά τις ρίζες μας. Και δεν υπάρχει άλλος τρόπος, παρά η παιδεία, ώστε η ελληνική κοινωνία να ξυπνήσει από τον πνευματικό της λήθαργο και να βρει ξανά τον βηματισμό της στον σύγχρονο κόσμο.

Ο Μανώλης Γλέζος ήταν ένας από τους τελευταίους Έλληνες που στη συλλογική μνήμη έχουν αποτυπωθεί ως μεγάλοι. Αν κάτι πρέπει να κάνουμε προς τιμήν του, είναι να κατανοήσουμε ότι η παιδεία και ο πολιτισμός είναι ο μόνος τρόπος να προσεγγίσουμε ξανά τα ιδανικά που ενέπνευσαν το ελληνικό έθνος για χιλιετίες. Γιατί το μόνο πλεόνασμα που οφείλουμε να έχουμε σε αυτόν τον τόπο, είναι ανέξοδο, μα πολύ πολύτιμο. Είναι το πλεόνασμα πολιτισμού.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ