Ο Αλέξης Μητρόπουλος στους Athenian Times | Μέρος 1 : Η αγορά Εργασίας μετά τον Κορωνοϊό

0
Φωτογραφία από neolaia.gr

Η νέα πραγματικότητα του Κορωνοϊού έχει αλλάξει τα δεδομένα της πολιτικής, κοινωνικής και οικονομικής ζωής. Ένα από τα μείζονα ζητήματα είναι το Εργασιακό, το οποίο απασχολεί και την πλειοψηφία των συμπολιτών μας, και όχι άδικα. Ένας από τους πλέον, κατάλληλους να μας μιλήσει για το μέλλον της Εργασίας, αλλά και των Νομικών Επιστημών, είναι ο καθηγητής και νομικός κ. Αλέξης Μητρόπουλος. Επειδή, όμως ο κ. Μητρόπουλος έχει υπάρξει και μέλος του Ελληνικού Κοινοβουλίου, θα δημοσιευτεί μέσα στις επόμενες μέρες και το δεύτερο μέρος της συνέντευξης, στο οποίο συζητάμε πολιτικά θέματα.

Κύριε Μητρόπουλε, σας ακούσαμε να κρατάτε επιφυλάξεις και να εκδηλώνετε σκεπτικισμό για τις παρούσες, αλλά κυρίως για τις μεσομακροπρόθεσμες, επιπτώσεις των έκτακτων εργασιακών μέτρων της κυβέρνησης στο εν γένει σύστημα του Εργατικού Δικαίου. Πώς βλέπετε να εξελίσσονται τα πράγματα σε αυτόν τον τομέα;

Με δεδομένο ότι η κρίση πανδημίας φαίνεται, πως θα μας συνοδεύει με τις υφέσεις και τις εξάρσεις της για μεγάλο χρονικό διάστημα (τουλάχιστον μέχρι ανακάλυψης και διάθεσης αποτελεσματικών εμβολίων και φαρμάκων), η επερχόμενη οικονομική κρίση θα είναι μεγάλη.

Αν θεωρήσουμε σοβαρές τις προβλέψεις και τους υπολογισμούς των μεγάλων οργανισμών (ΔΝΤ, Παγκόσμια Τράπεζα, ΕΚΤ, ΟΟΣΑ, οίκοι αξιολόγησης, παγκόσμιου κύρους δεξαμενές οικονομικής σκέψης κ.λπ.), που αποτολμούν να συγκρίνουν την παρούσα κρίση με αυτήν της δεκαετίας του 1930, τότε αναπόδραστα θα ζήσουμε συνταρακτικές συνθήκες στο θεσμικό και εργασιακό πεδίο.

Ελπίζουμε να αστοχήσουν αυτές οι προβλέψεις, γιατί σε διαφορετική περίπτωση, θα μιλάμε για ραγδαία απορρύθμιση του αναγκαστικού πλέγματος των κανόνων του Κοινωνικού Κράτους Δικαίου και για μεγάλη αποδυνάμωση της συνάρτησης Εργασιακού-Ασφαλιστικού.

Όσον αφορά την πατρίδα μας, η επιτυχημένη μέχρι σήμερα αντιμετώπιση της κρίσης -λόγω κυρίως της υπακοής των πολιτών στις οδηγίες των σοβαρών και υπεύθυνων επιστημόνων (μια μοιραία ψυχολογία αδήριτης προσαρμογής στη μνημονιακή κανονικότητα, μετά την κατάρρευση των αντιμνημονιακών δυνάμεων, καλλιέργησε το ψυχολογικό έδαφος αυτής της βίαιης προσαρμογής της ζωής μας)- δεν θα πρέπει να δημιουργήσει αξιώσεις μονιμότητας για τα έκτακτα εργασιακά μέτρα. Γιατί, σε περιόδους κρίσης, υπάρχουν πάντα οικονομικοί παράγοντες και συσπειρώσεις συμφερόντων που επιθυμούν τη μονιμοποίησή τους.

Όμως η εργασία σε αναστολή ή το προωθούμενο από την κυβέρνηση γερμανικό εργασιακό μοντέλο της «kurze Arbeit» («βραχεία εργασία») δεν πρέπει να γίνει μελλοντική απόλυση. Η πλήρης και ασφαλισμένη εργασία δεν πρέπει να γίνει μερική ή εκ περιτροπής απασχόληση. Η απελευθέρωση της κινητικότητας των εργαζομένων στους διάφορους ομίλους, χωρίς τη συναίνεσή τους, δεν πρέπει να οδηγήσει σε απελευθέρωση της κινητικότητας από επιχείρηση σε επιχείρηση με βλαπτική μεταβολή των όρων εργασίας και αμοιβής. Η επιδότηση των εισφορών δεν πρέπει να αντικατασταθεί από την αντίστοιχη μείωση του ποσοστού τους όταν λήξει η έκτακτη περίοδος… Και κυρίως τα εργασιακά δικαιώματα να μην υπαχθούν στο «δίκαιο της ανάγκης», που μπορεί να ανασύρεται ανά πάσα στιγμή σε μιαν απρόβλεπτη ή μη ελεγχόμενη οικονομική και κοινωνική κρίση.

Ως εκ τούτου, όλοι οι επιστήμονες, οι εφαρμοστές του Δικαίου, οι κοινωνικοί φορείς, οι Επαγγελματικές και Συνδικαλιστικές Ενώσεις, όλοι όσοι βίωσαν την απόλυτη παρακμή μέσα στη μνημονιακή ατμόσφαιρα, οφείλουμε να επαγρυπνούμε και να υπενθυμίζουμε στους διοικούντες, αλλά κυρίως στους ανήμπορους και απρόθυμους να αντιδράσουν πολίτες, ότι δεν πρέπει να εθιστούν στα μέτρα της έκτακτης πραγματικότητας. Όλοι μαζί πρέπει να αξιώσουν όχι μόνο την πλήρη αποκατάσταση των εργασιακών, ασφαλιστικών και συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων, αλλά και την περαιτέρω ενίσχυσή τους ως το αποτελεσματικότερο μέτρο αντιμετώπισης μιας υποτροπής ή άλλης «πανδημίας» οιασδήποτε φύσης.

Ποιες από τις έκτακτες αυτές ρυθμίσεις θεωρείτε επικίνδυνες για το ισχύον σύστημα εργασιακών σχέσεων και ποιες θεωρείτε πιθανόν να παραμείνουν εν ισχύι και μετά την πάροδο της πανδημίας;

Λόγω του ότι κατά την προηγούμενη δεκαετία αναδύθηκαν διάφοροι θεσμοί απασχόλησης και διάφορα στρώματα μειωμένης εργασίας, ασφάλισης και κατοχύρωσης (το νέο «πρεκαριάτο»), κυρίως μάλιστα το νέο στρώμα των «φτωχών εργαζομένων» («working poor») πλήρους απασχόλησης, που ενώ εργάζονται σκληρά ζουν στο όριο της φτώχειας, φοβούμαστε, ότι στην κοινωνική συνείδηση και την πολιτική πρακτική έχουν «νομιμοποιηθεί» οι εκπτώσεις στο εργασιακό πεδίο. Και έχουν ασφαλώς συρρικνωθεί οι σχετικές συνταγματικές διατάξεις, που οι διάφορες μνημονιακές κυβερνήσεις και η Τρόικα των δανειστών προσπάθησαν να «προσαρμόσουν» τις υπέρτερες μνημονιακές προβλέψεις.

Οι θεσμοί της μερικής ή εκ περιτροπής ή εναλλάξ εργασίας, η μετακίνηση των εργαζομένων στις διάφορες επιχειρήσεις του ομίλου χωρίς τη συναίνεσή τους, η τηλε-εργασία αποκομμένη από τα συλλογικά και συνδικαλιστικά δικαιώματα, οι τηλε-εργολαβίες που ξεφεύγουν από κάθε πλαίσιο και εργασιακό κεκτημένο, η διεύρυνση του εργοδοτικού δικαιώματος με ευχέρειες και δυνατότητες μετατροπής των συμβάσεων εργασίας που δεν γίνονταν χωρίς τη συναίνεση των κοινωνικών φορέων και των εργαζομένων, η μείωση των μισθών κ.λπ., είναι μερικές από τις πολλές περιπτώσεις που φοβούμαι ότι πολλοί θα βρεθούν να επιμείνουν για τη μονιμοποίησή τους.

Και προ της πανδημίας είχαν εισαχθεί διατάξεις για την ηλεκτρονική ψηφοφορία στα Συνδικάτα και τη λήψη απόφασης με 50+1 απαρτία των συμμετεχόντων. Πόσο θεωρείτε συμβατές τις ρυθμίσεις αυτές με τη φύση και λειτουργία της Γενικής Συνέλευσης, με το Σύνταγμα, με το δικαίωμα του συνεταιρίζεσθαι, αλλά και με την ιστορία του Συνδικαλιστικού Κινήματος;

Εδώ ανακύπτει ένα μείζον ζήτημα πολιτικής φιλοσοφίας, εντελώς υπαρκτικό της έννοιας της Πολιτείας, της Δημοκρατίας και του κοινωνικού γίγνεσθαι.

Είναι δυνατόν να υπάρξει δημοκρατία χωρίς τις επιμέρους Εκκλησίες του Δήμου; Η έκθεση των απόψεων, η αντιπαράθεση των ιδεολογιών, το ζωντανό επιχείρημα, το ύφος, το ήθος, η έκφραση των προσώπων και της ψυχολογικής και συνειδησιακής υποδομής καθενός, η δύναμη της πειθούς του προσώπου, η μέριμνα της μετακίνησης και της συνάθροισης για έναν υπέρτερο συλλογικό σκοπό, δεν μπορούν να αντικατασταθούν ποτέ από την εντελώς μηχανική, ψυχρή και απομακρυσμένη έκφραση γνώμης μέσω διαδικασιών πιστοποίησης της αυθεντικότητας του προσώπου, που εξελίσσεται από την αόρατη «Αρχή του Πανοπτικού».

Είναι θεμιτό οι τεχνολογικοί κολοσσοί, που οικειοποιήθηκαν τη γνώση αιώνων της ανθρωπότητας, να μεταβάλλονται σε δυνατές οικονομικές συσπειρώσεις, ισχυρότερες και από τα ισχυρά κράτη του κόσμου, ανα-δημιουργώντας τον πολιτισμό της Ανθρωπότητας στις κατευθύνσεις που αυτοί επιλέγουν; Γιατί, όπως όλοι κατανοούν, αυτοί οι κολοσσοί βρίσκονται πάντα ένα βήμα μπροστά ακόμη και από το πιο εγρήγορο δημοκρατικό κράτος.

Πώς λοιπόν, ένας δημοκρατικός πολίτης και επιστήμονας του Κοινωνικού Κράτους Δικαίου να συναινέσει σ’αυτήν την προϊούσα αφυδάτωση και αλλοτρίωση των συνταγματικών δικαιωμάτων από κάθε ουσιαστικό τους περιεχόμενο;

Με την εξάλειψη του συνεταιρίζεσθαι, του συν-υπάρχειν, του συν-δημιουργείν και του συν-αποφασίζειν, διασπείρονται στο κοινωνικό σώμα οι συνειδησιακοί ιοί απίσχνασης, εξάλειψης και εν τέλει καταστροφής της Δημοκρατίας. Ήδη σε πολλά και σοβαρά παγκόσμια «φόρα» ακούγονται φωνές και εξάγονται συμπεράσματα ότι η δημοκρατία με τις βραδείες διαδικασίες και αντιπαραθέσεις υστερεί των αυταρχικών καθεστώτων στη λήψη γρήγορων, έκτακτων και αποτελεσματικών αποφάσεων.

Και όλη αυτή την πολιτική φιλολογία μάθαμε πλέον, με τα Μνημόνια να την αντιμετωπίζουμε σαν φυσιολογική κατάσταση εισάγοντας σιγά-σιγά στο μυαλό μας το δηλητήριο της «αντι-Δημοκρατίας», κατά το παράδειγμα του περίφημου Μιθριδάτη που έπινε σε δόσεις το δηλητήριο ώστε ο οργανισμός του, να εξοικειωθεί και να αποκτήσει ανοσία (ως αντίδοτο ενδεχόμενης μεγάλης δόσης).

Ως εκ τούτου, με αυτές και άλλες μεθόδους, θεωρούμε ότι συρρικνώνεται το περιεχόμενο των συνταγματικών δικαιωμάτων κι επομένως παραβιάζονται οι σχετικές συνταγματικές διατάξεις. Και για να φανεί το μέγεθος της «δυστοπίας», αρκεί κανείς να αναλογιστεί, αν μπορούσαν να γίνουν συναυλίες ή αγώνες ποδοσφαίρου κ.λπ. χωρίς θεατές και οπαδούς, δηλαδή μόνο από την οθόνη του σπιτιού. Και αν κάτι τέτοιο καταργεί όντως την ουσία των αγώνων αλλά και της μουσικής διασκέδασης, πόσο μάλλον καταργείται το υπαρκτικό τής κοινωνικής συνείδησης δικαίωμα του συνέρχεσθαι και του συνεταιρίζεσθαι!

Επομένως, η τεχνολογία πρέπει να είναι προς υποβοήθηση και όχι προς αντικατάσταση των υπαρκτικών δικαιωμάτων και δομών του πολιτισμού μας.

Πώς κρίνετε την υπόθεση των voucher και το πρόγραμμα επιμόρφωσης των επιστημόνων, που πήρε πίσω η κυβέρνηση, μετά την κατακραυγή όλων των οικείων Συλλόγων αλλά και του πολιτικού κόσμου;

Η κυβέρνηση, από κεκτημένη ταχύτητα κατίσχυσης και υπεροχής λόγω της καλής μέχρι σήμερα διαχείρισης της πανδημίας, θεώρησε πως «ό,τι πιάνει, γίνεται χρυσός» και ότι στη σημερινή αγχώδη ατμόσφαιρα, όταν ανασύρονται παλαιοκομματικές πρακτικές, κι αυτές εξαγιάζονται…

Τα συμμετοχικά προγράμματα κατάρτισης (κοινοτικού και κρατικού προϋπολογισμού) ήταν ανέκαθεν φυτώριο εξυπηρετήσεων και χρηματοδοτήσεων που συνήθως δεν είχαν το ανάλογο των ποσών και της διαφήμισης μορφωτικό και κοινωνικό αποτέλεσμα. Πρόκειται άλλωστε για «στάχτη στα μάτια» των «ιθαγενών», των αδύναμων κρατών ότι δήθεν ενισχύονται από τον κοινοτικό προϋπολογισμό για να φτάσουν κάποτε τα μορφωτικά και παραγωγικά επίπεδα της Γερμανίας και των άλλων χωρών της σφαίρας επιρροής της.

Η εμπειρία δείχνει, ότι θα ήταν καλύτερα να μην υπήρχαν, αλλά μέσω αυτών να ενισχύονταν τα κρατικά Πανεπιστήμια και οι δημόσιες επαγγελματικές σχολές, ώστε να αναπαράγουν ακόμη πιο μορφωμένους και καταρτισμένους επαγγελματίες και λειτουργούς όπως π.χ. το ιατρικό, νοσηλευτικό και παραϊατρικό προσωπικό του ΕΣΥ.

Η αίσθηση αυτής της πολιτικής υπεροχής οδήγησε στην υποτίμηση της νοημοσύνης των επιστημόνων, πολλοί από τους οποίους (κυρίως οι νεώτεροι) είναι σε θέση να διδάξουν τους καλύτερους καθηγητές των ΚΕΚ, όχι μόνο στο αντικείμενο της επιστήμης τους αλλά και σ’αυτό της τεχνολογίας.

Η προσπάθεια έμμεσης χρηματοδότησης αυτών των ιδιωτικών οργανισμών και των άλλων συνδεδεμένων επιχειρήσεων σε όλη την Ελλάδα, επ’ουδενί έπρεπε να συνδεθεί με την ενίσχυση των επιστημόνων, που έπρεπε να γίνει απευθείας από τον κρατικό προϋπολογισμό ή από οποιοδήποτε άλλο κονδύλι μέσω των οικείων Συλλόγων τους.

Κι εδώ υπεισέρχονται και τα διάφορα αμφισβητούμενα ή αδιαφανή κριτήρια και διασυνδέσεις με τα συμφέροντα του είδους, που είναι δύσκολο να διερευνηθούν.

Το γεγονός ότι ο πρωθυπουργός άργησε να ακυρώσει την εξέλιξη των προγραμμάτων αυτών, δημιούργησε το πρώτο ρήγμα με τους κανόνες τής καλής διαχείρισης, πολύ περισσότερο που η αιτιολογία του ήταν, ότι τα προγράμματα ήταν σε πολλές περιπτώσεις κατώτερα των περιστάσεων και του πνευματικού επιπέδου των επιστημόνων. Άλλωστε, κανένας δεν συγχωρείται επικαλούμενος μόνο την πρακτική των προηγουμένων.

Εδώ πρέπει να επισημάνουμε, ότι όλοι οι εκπρόσωποι των επιστημόνων και κυρίως του νομικού κόσμου, επισήμαναν εξ αρχής την αστοχία και προέβλεψαν το Βατερλό αυτής «της εκπολιτιστικής επιχείρησης» αλλά η κυβέρνηση δεν τους είχε ακούσει, αν και οι περισσότεροι εξ αυτών κάθε άλλο παρά εχθρικά αισθήματα τρέφουν προς αυτήν.

Πρέπει να σημειωθεί πάντως, ότι σ’αυτό το ευρύ αλλά και θολό «εκπαιδευτικό» τοπίο διακινούνται πολλοί πένητες και «αβέβαιοι» εργαζόμενοι, κάτι που δεν έχει αρμοδίως τονιστεί, με όλες τις κυβερνήσεις της τελευταίας 20ετίας.

Στο «Δόγμα του σοκ» (Εκδόσεις Λιβάνη, 2010) η Ναόμι Κλάιν αποκαλύπτει ότι τα voucher χρησιμοποιήθηκαν μετά τον τυφώνα “Κατρίνα” στις ΗΠΑ το 2005, αλλά και σε άλλες χώρες (π.χ. Ταϊτή) που είχαμε σημαντικά γεγονότα-«σοκ», ως μηχανισμοί απαξίωσης της δημόσιας εκπαίδευσης και γενικευμένης ιδιωτικοποίησής της.

Ως καταξιωμένος νομικός και πανεπιστημιακός, τι θα συμβουλεύατε τους νέους νομικούς, ώστε να πετύχουν στο επάγγελμα; Ποιος ειδικότερος τομέας του Δικαίου, κατά τη γνώμη σας, θα ανθίσει μετά την πάροδο του κορωνοϊού;

Αν και το Εργατικό Δίκαιο βρίσκεται σε παρακμή, χάνοντας έναν-έναν τους θεσμούς και τους πυλώνες του στη σημερινή παγκοσμιοποιημένη και συγκεντρωτική νεοφιλελεύθερη οικονομία, μετά την πανδημία θα υπάρξουν πολλές αμφισβητήσεις γιατί, ως συνήθως, αρκετές επιχειρήσεις θα θελήσουν να μονιμοποιήσουν τα μέτρα έκτακτης ανάγκης.

Μακροπρόθεσμα όμως, το σύνθετο Οικονομικό Δίκαιο με τις εξειδικεύσεις του και κυρίως το Επιχειρηματικό Δίκαιο, που περιλαμβάνει τις ρυθμίσεις της παραγωγικής διαδικασίας και του χρηματοπιστωτικού συστήματος, θα κατισχύσει έναντι των άλλων κλάδων.

Ο νομικός τού μέλλοντος θα ζήσει συγκλονιστικές αλλαγές στη διδασκαλία και την εφαρμογή της Νομικής Επιστήμης. Τις επόμενες δεκαετίες η Δικαιοσύνη δεν θα έχει τίποτα κοινό με το σημερινό τοπίο. Οι κοινωνίες, πρώτα οι πιο προηγμένες, σύντομα θα περάσουν στη γενικευμένη εφαρμογή της λεγόμενης «e-justice». Τα Δικαστήρια, ως τόπος παροχής της Δικαιοσύνης με τα θετικά και τα αρνητικά της, δεν θα έχουν θέση στη μελλοντική απονομή της.

Γι’αυτό ο νομικός του μέλλοντος οφείλει να είναι παν-επιστήμων, δηλαδή να έχει εποπτεία των κύριων θεσμών και κανόνων του δικαίου που επηρεάζουν προεχόντως το κοινωνικό και οικονομικό γίγνεσθαι. Και κυρίως πρέπει να γνωρίζει τις αμφισημίες, τους ευφημισμούς και τις ερμηνείες των οργάνων των περιφερειακών ολοκληρώσεων που κατευθύνουν τον κοινωνικό, οικονομικό και εργασιακό βίο πολλών κρατών. Ο αυριανός νομικός, αν θέλει να αναδειχθεί στο επάγγελμα και δεν αρκείται στην όλο και περισσότερο φθίνουσα επιμέρους δικηγορία (η οποία άλλωστε συρρικνώνεται και χάνει ύλη από πληθώρα άλλων συμβατικών, διαιτητικών, εσωτερικών ή διεθνών θεσμών), πρέπει να είναι ένας «homo universalis». Ωστόσο, η νομική επιστήμη και σκέψη δεν παύουν να αποτελούν το θεμέλιο του λογικού συλλογισμού, της ακρίβειας της έκφρασης και του ορθού χαρακτηρισμού των κοινωνικών φαινομένων και πραγμάτων.-

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ