Σπύρος Ρίτσαρντ Χαγκαμπιμάνα: Αξίζει να τα ρισκάρεις όλα για τους συνανθρώπους σου

Το δεύτερο μέρος της συνέντευξης με τον Σπύρο Ρίτσαρντ Χαγκαμπιμάνα, το όνομα του οποίου έχει συνδεθεί με τη φημολογία που τον θέλει πρώτο Έλληνα, μαύρο (υποψήφιο) βουλευτή.

0

Ακολουθεί το δεύτερο μέρος* της μεγάλης συνέντευξης που μας παραχώρησε ο Σπύρος Ρίτσαρντ Χαγκαμπιμάνα. Σε αυτό το μέρος, μας περιέγραψε το πώς συνελήφθη στις 27/06/2015 και βρέθηκε να κρατείται παρανόμως στις φυλακές του Μπουρούντι ως δήθεν πραξικοπηματίας, εξηγώντας και τον πραγματικό λόγο της φυλάκισής του. Εκεί υπέστη βασανιστήρια, για να αποφυλακιστεί περίπου 200 ημέρες μετά, σε μια δίκη η οποία διενεργήθηκε έπειτα από απαίτηση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Τέλος, αδράττει την ευκαιρία να ευχαριστήσει όλους εκείνους που κινητοποιήθηκαν στην Ελλάδα ώστε να ακουστεί η ιστορία του στα υψηλά ελληνικά και ευρωπαϊκά κλιμάκια και να απελευθερωθεί.

«Συνελήφθην σαν σήμερα, στις 27/06/2015, ενώ μόλις είχα καταφέρει να φυγαδεύσω την οικογένειά μου που ήταν σε πτήση προς την Κύπρο, στον πολύ καλό μου φίλο και αδελφό Φαίδων Φαίδωνος, Δήμαρχο της Πάφου.»


Ποια γεγονότα σε οδήγησαν στη φυλακή;

Αφού ο Πρόεδρος του Μπουρούντι ολοκλήρωσε τις δύο θητείες που όριζε το Σύνταγμα, έπρεπε να παραδώσει την εξουσία. Αντιθέτως, χρησιμοποιώντας ως πρόφαση την «αγάπη του λαού», ισχυριζόμενος μάλιστα ότι «η πρώτη θητεία δεν ήταν κανονική θητεία αλλά ήταν δοκιμαστική», και διοργανώνοντας εκλογές βίας και νοθείας με την αντισυνταγματική συμμετοχή του, αρνούνταν να παραδώσει την εξουσία. Είχα κάνει το λάθος και του είχα πει ανοιχτά πως έσφαλλε. Ότι είχε την ευκαιρία να γίνει υπόδειγμα δημοκρατικού ηγέτη, εξασφαλίζοντας την ειρηνική διαδοχή στην εξουσία για πρώτη φορά με δημοκρατική διαδικασία στην ιστορία της χώρας. Κατάλαβα ότι δεν του άρεσαν οι ισχυρισμοί μου και φοβόμουν από εκείνη τη στιγμή ότι είχα μπει στη μαύρη λίστα του.

Από το τέλος Απριλίου του 2015 είχαν φουντώσει εξεγέρσεις στη χώρα, απέναντι στον παρανοϊκό πλέον πρόεδρο. Τότε ήμουν υπαρχηγός των επιχειρήσεων της Αστυνομίας σε εθνικό επίπεδο, καταβάλλοντας προσπάθειες να κρατήσω σε ανεκτό επίπεδο επαγγελματισμού το αστυνομικό σώμα.

Ο λαός ζούσε και ζει ακόμα υπό άθλιες συνθήκες. Η παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων είχε γίνει ο κανόνας. Οι επαναλαμβανόμενες εξαφανίσεις, παράνομες κρατήσεις, τα βασανιστήρια, οι δολοφονίες είχαν γίνει καθημερινότητα στη χώρα. Η ελευθερία της έκφρασης ήταν ανύπαρκτη έννοια, ενώ ο μέσος πολίτης και κυρίως οι νέοι άνθρωποι δεν έβλεπαν ελπίδα για το μέλλον. Το τέλος της θητείας του ήταν στα μάτια των πολιτών μία καινούργια ελπίδα, το τέλος για τα φρικτά βάσανα που ζούσαν. Όταν μαθεύτηκε η πρόθεσή του να ανανεώσει τη θητεία του για τρίτη φορά, παραβιάζοντας το Σύνταγμα της χώρας, σύσσωμος ο Λαός αποφάσισε να κατεβεί στους δρόμους για να διαδηλώσει την αντίθεσή του.

Οι στρατηγοί που περιτριγύριζαν τον Πρόεδρο και αρκετοί σύμβουλοί του τον έπειθαν πως για να κρατήσει την εξουσία, έπρεπε να χρησιμοποιήσει βία κατά των πολιτών. Γι’ αυτό τον παρότρυναν συνεχώς να προμηθεύεται όπλα και να προβαίνει σε εξοπλισμούς.

Όταν λοιπόν πρότεινα τη διαπραγμάτευση ως καλύτερο, ειρηνικό και αποτελεσματικότερο τρόπο να διαχειριστούμε την κατάσταση, έμπαινα άμεσα εμπόδιο στα σχέδια του καθεστώτος. Δεν έλειπαν και αυτοί που με κατηγορούσαν ότι είχα σχέσεις με τους διαδηλωτές, τους οποίους χαρακτήριζαν εξεγερμένους πραξικοπηματίες.

Με ποια αφορμή σε φυλάκισαν;

Συνελήφθην σαν σήμερα, στις 27/6/2015, ενώ μόλις είχα καταφέρει να φυγαδεύσω την οικογένειά μου που ήταν σε πτήση προς την Κύπρο, στον πολύ καλό μου φίλο και αδελφό Φαίδων Φαίδωνος, Δήμαρχο της Πάφου.

Η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι για αυτούς ήταν όταν σε μια διαδήλωση, αρνήθηκα να καταστείλω με τα όπλα τις διαμαρτυρίες και μπήκα μπροστά στις κάννες των επιθετικών αυτομάτων όπλων της Αστυνομίας για να αποτρέψω τη σφαγή. Μόλις το έκανα, ήξερα ότι μπορεί από την επόμενη στιγμή να μην ζω. Ήταν όμως η συνείδησή μου, δεν είχα άλλη επιλογή. Για εμένα η απειλή κατά της ζωής των συμπολιτών μου ήταν κόκκινη γραμμή.

Σώθηκαν πολλές ζωές, και μόνο διότι αντιμετώπισα τους διαδηλωτές απέναντί μου ως ανθρώπους, χωρίς διάθεση επιβολής. Ήταν και ο λόγος για τον οποίο κατέληξα στη φυλακή, διότι θεωρήθηκε από το καθεστώς του παρανοϊκού Προέδρου ότι συνεργάζομαι με τους «εξεγερμένους πραξικοπηματίες». Δεν με πτόησε όμως. Θεωρούσα ότι ως επαγγελματίας και πρωτίστως ως άνθρωπος, έπρεπε να επιμείνω στην αξία της ανθρώπινης ζωής, να υπερασπιστώ τις αρχές της Δημοκρατίας και της Ελευθερίας. Δεν μπορούσα να συμμετάσχω στην αιματηρή καταστολή κατά αθώων πολιτών.

Δηλώσατε αργότερα στον διεθνή γαλλικό ραδιοφωνικό σταθμό (RFI) ότι ένας στρατιώτης έχει την υποχρέωση να μην εκτελεί άδικες ή ανήθικες εντολές. Δεν θα μπορούσε όμως κάποιος να ισχυριστεί πως αυτό είναι εύκολο ή χωρίς κόστος.

Υπάρχει μία γενική αρχή ότι «οι παράνομες εντολές δεν εκτελούνται», όπως πράγματι δήλωσα στο διεθνές γαλλικό ραδιοφωνικό σταθμό τον Απρίλιο του 2016. Είναι δύσκολο αλλά ο συνειδητοποιημένος και επαγγελματίας στρατιώτης μπορεί να το κατορθώσει. Κι εκεί προκύπτει μια οριακή κατάσταση για κάθε άνθρωπο που υπόκειται σε εντολές ανωτέρων υπό το κράτος της επιβολής και του τρόμου. Όταν η κατάσταση εκτροχιάζεται και επικρατεί παράνοια. Οι εντολές που λάμβανα εκείνη την περίοδο ήταν παράνομες ως αντιβαίνουσες στους νόμους, στις διεθνείς συνθήκες, στα ανθρώπινα δικαιώματα, αλλά και στην ηθική και στις αρχές ανθρωπισμού. Είχα την υποχρέωση λοιπόν να μην τις εκτελέσω και ανέλαβα συνειδητά το κόστος της απόφασης μου αυτής.

Είχες μια δίκαιη δίκη;

Κάθε άλλο. Στην αρχή συνελήφθην με την προφανώς ψευδή και κατασκευασμένη κατηγορία για «παράνομο εμπόριο και κυκλοφορία όπλων». Βασανίστηκα για να αποσπάσουν την ομολογία μου. Θυμάμαι πως όταν τελικά μπόρεσα να εμφανιστώ στον ανακριτή, υπερασπιζόμενος τον εαυτό μου, του ζήτησα να βρει έστω έναν άνθρωπο στον οποίο δήθεν είχα προμηθεύσει με όπλα. Τον κάλεσα να βρει έστω έναν μάρτυρα που να ισχυρίζεται ότι γνώριζε πως προμηθεύομαι όπλα. Τέλος, του ζήτησα να βρει έστω ένα όπλο που θα βρισκόταν στη διάθεσή μου ή οποιαδήποτε ένδειξη που να δικαιολογεί την επ’ αυτοφώρω διαδικασία σύλληψης μου. Φυσικά δεν βρήκε τίποτα καθώς είχα σταματήσει από την έναρξη της κρίσης να κυκλοφορώ ακόμα και με το υπηρεσιακό μου πιστόλι.

Ενώ βρισκόμουν παρανόμως κρατούμενος για σχεδόν δύο εβδομάδες, βγήκε ένταλμα σύλληψης με την κατηγορία για απόπειρα πραξικοπήματος. Ήταν εξωφρενικό, αλλά δεν ήταν ασυνήθιστο να αποδίδεται η κατηγορία αυτή σε όποιον δεν συνεργαζόταν με το καθεστώς. Ξαφνικά λοιπόν μεταβλήθηκε η κατηγορία, από λαθρεμπόριο όπλων σε απόπειρα πραξικοπήματος. Ήταν μία αρχή να κινηθούν πολλές υποψίες σε Ελλάδα και Ευρώπη για το άδικο και το παράνομο της φυλάκισης μου. Οι υποψίες μετατράπηκαν σε βεβαιότητα όταν τελικά μπόρεσα να επικοινωνήσω με τους φίλους μου στην Ελλάδα και να τους ενημερώσω για το τι είχε συμβεί.

Πώς κατόρθωσες να αποφυλακιστείς;

Χάρη στην κινητοποίηση των φίλων μου, οι οποίοι με κάθε τρόπο ευαισθητοποίησαν την ελληνική και διεθνή κοινή γνώμη. Πολλοί συμπολίτες μας έστειλαν επιστολές στον Πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας και στο ΥΠΕΞ. Υπήρξε μεγάλη κινητικότητα στα ΜΜΕ και στο διαδίκτυο. Η υπόθεση πέρασε από το ελληνικό ΥΠΕΞ, έγινε θέμα πολλές φορές στη διαδικασία των επερωτήσεων στο ελληνικό Κοινοβούλιο και έφτασε και στο Ευρωκοινοβούλιο.

Καθοριστικό ρόλο έπαιξε το ομόφωνο ψήφισμα του Ευρωκοινοβουλίου που ζητούσε την άμεση απελευθέρωσή μου. Εκείνη την εποχή το Μπουρούντι χρηματοδοτούταν από την Ευρωπαϊκή Ένωση στο ύψος του 55% του ετήσιου προϋπολογισμού του. Ετσι λοιπόν ο παρανοϊκός Πρόεδρος αναγκάστηκε να οργανώσει μία οιονεί δίκη. Στις 15 Ιανουαρίου 2016, ύστερα από μια δίκη παρωδία χωρίς υπεράσπιση, αθωώθηκα, ενώ κρατούμουν για 200 ημέρες υπό άθλιες συνθήκες. Απελευθερώθηκα τελικά μετά από 8 ολόκληρες ημέρες, στις 23 Ιανουαρίου 2016.

Κάθε φορά που μου προσφέρεται μία ευκαιρία, ευχαριστώ από καρδιάς όλους όσους με βοήθησαν σε αυτή μου την περιπέτεια και θα συνεχίζω να το κάνω όσο θα ζω. Γι’ αυτό προσπαθώ κάθε στιγμή της υπόλοιπης ζωής μου να υπηρετώ τις αξίες και αρχές που είναι κοινές και μας ενώνουν. Να κάνω εκείνα τα έργα που φαντάζομαι θα τους άρεσε να κάνουν οι ίδιοι. Σκέφτομαι πάντοτε σημαντικά πρόσωπα για μένα που δεν πρόλαβα να τους εκφράσω την ευγνωμοσύνη μου. Ο φίλος μου Στράτος και η αγαπημένη μου Ελένη έχουν χάσει τη ζωή τους. Χωρίς αυτούς, ενδεχομένως να μην ήμουν ζωντανός.

Αξίζει κάποιος να ρισκάρει τα πάντα, και την ελευθερία του ακόμα, για να υπερασπιστεί τη δημοκρατία και τα ανθρώπινα δικαιώματα;

Ναι, αξίζει. Θα το έκανα και πάλι. Είναι κατ’ εμέ η μοναδική δυνατότητα που σου μένει ώστε να παραμείνεις άνθρωπος. Όταν αντιβαίνεις αυτές τις αρχές, χάνεις την ανθρωπιά σου. Δεν έχεις πολλά περιθώρια.

Προσπαθείς να σεβαστείς τις αρχές σου, αναγνωρίζοντας ότι αυτό μπορεί να σου κοστίσει τη ζωή. Όχι μόνο την ελευθερία, αλλά και την ίδια τη ζωή σου και τη ζωή των δικών σου. Μετά από αυτή την περιπέτεια αισθάνομαι ότι μου έχει δοθεί μία παράταση στη ζωή.

Μετανιώνεις για κάτι σε όλη αυτή την πορεία;

Αν θα έλεγα ότι μετάνιωσα για κάτι, είναι που δεν κατάφερα να οδηγήσω τον παρανοϊκό Πρόεδρο-δικτάτορα που διέπραξε τόσα εγκλήματα ενώπιον του δικαστηρίου. Δυστυχώς, πέθανε τον Ιούνιο του 2020, προφανώς από κορωνοϊό. Έπρεπε να βρεθεί ενώπιον του δικαστηρίου και να αντιμετωπίσει τη δικαιοσύνη για όλα όσα έκανε. Τώρα δεν θα αποδοθεί ποτέ δικαιοσύνη για τα εκατοντάδες θύματά του, για τα ορφανά παιδιά και τις χήρες που έμειναν πίσω.

Ευχαριστώ πολύ.

Εγώ ευχαριστώ.


Μπορείτε να ανατρέξετε στο πρώτο μέρος της συνέντευξης στον Σπύρο Ρίτσαρντ Χαγκαμπιμάνα πατώντας εδώ.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ